Υπάρχει ένα φάσμα θεραπειών για τους ενήλικες με Διπολική Διαταραχή, που περιλαμβάνει:

- Φάρμακα για ένα επεισόδιο μανίας
-  Αντικαταθλιπτικά
-  Ψυχολογικές θεραπείες
-  Μακροπρόθεσμη θεραπεία για να σταθεροποιηθεί η διάθεση και να αποτραπεί το ενδεχόμενο επεισοδίου. Κάποια από τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται στη μακροπρόθεσμη θεραπεία είναι ίδια με εκείνα που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία ενός επεισοδίου μανίας.

Κατά το σχεδιασμό της θεραπείας, ο γιατρός οφείλει να συζητήσει με τον ασθενή για οποιαδήποτε θεραπεία μπορεί να είχε λάβει πιο πριν καθώς και τυχόν προτίμησή του σχετικά με τη θεραπεία. Επιπλέον, ο γιατρός θα πρέπει να λάβει υπόψη του, πόσο σοβαρά είναι τα συμπτώματα του ασθενή, ποιες θεραπείες τον είχαν βοηθήσει στο παρελθόν, και να έχει επίγνωση οποιουδήποτε άλλου φαρμάκου μπορεί να παίρνει ο ασθενής.

Κάποιες θεραπείες μπορεί να μην είναι κατάλληλες για έναν ασθενή ανάλογα με την ακριβή του κατάσταση. Αν ο ασθενής έχει κάποιες ερωτήσεις σχετικά με τις συγκεκριμένες θεραπείες και τις επιλογές του, θα πρέπει άμεσα να απευθυνθεί στο γιατρό του.

 Είναι φυσιολογικό να έχει κανείς περιστασιακά αμφιβολίες σχετικά με τη συνέχεια της θεραπείας. Αν κάποιος νιώθει ότι η θεραπεία του δεν αποδίδει ή ότι έχει δυσάρεστες παρενέργειες, οφείλει να μιλήσει στο γιατρό του – και να μην σταματήσει ή να μην μετριάσει τη δόση των φαρμάκων του από μόνος του. Τα συμπτώματα που επανέρχονται μετά το σταμάτημα της λήψεως των φαρμάκων, μερικές φορές μπορεί να είναι πολύ πιο δύσκολο να θεραπευτούν. Δεν πρέπει να ντρέπεται κανείς να ζητήσει μια δεύτερη γνώμη αν τα πράγματα δεν πηγαίνουν καλά. Η καθοδήγηση και οι συμβουλές μπορεί να αποτελέσουν σημαντική βοήθεια. Είναι σύνηθες στην διπολική διαταραχή, είναι ίσως σύμφητο με την ίδια την διαταραχή να διακόπτουν οι ασθενείς την αγωγή τους και την παρακολούθησή τους όταν νιώθουν καλά. Όμως το σημαντικότερο θέμα στην αντιμετώπισή της είναι η μακρόχρονη σταθεροποίηση και η πρόληψη των υποτροπών. Το σημαντικότερο για αυτό είναι η συστηματική παρακολούθηση από τον θεράποντα ιατρό, κυρίως σε φάσεις που γίνεται αλλαγή ή μείωση της φαρμακευτικής αγωγής.

 

 Τα πρώιμα σημάδια από ένα επεισόδιο διάθεσης ποικίλουν από άτομο σε άτομο και είναι διαφορετικά για τη μανία και την κατάθλιψη. Όσο καλύτερος είναι κανείς ως προς το να καταλάβει τα πρώιμα προειδοποιητικά του σημάδια, τόσο πιο γρήγορα θα μπορεί να λάβει βοήθεια. Μικρές αλλαγές στη διάθεση, τον ύπνο, την ενεργητικότητα, την αυτοεκτίμηση, το σεξουαλικό ενδιαφέρον, τη συγκέντρωση, την προθυμία για ανάληψη νέων προγραμμάτων, σκέψεις θανάτου (ή ξαφνική αισιοδοξία), και ακόμα αλλαγές στο ντύσιμο και τον καλλωπισμό μπορεί να είναι πρώιμες προειδοποιήσεις για ένα επικείμενο επεισόδιο μικρό ή μεγάλο. Δώστε μεγάλη προσοχή σε αλλαγές στον τρόπο ύπνου, διότι αυτό είναι ένα κοινό στοιχείο ότι το πρόβλημα έχει ξεκινήσει. Και επειδή η απώλεια της κρίσης μπορεί επίσης να αποτελεί ένα σημάδι για ένα επερχόμενο επεισόδιο, καλό είναι να ζητήσει κανείς και από τα μέλη της οικογένειάς του να παρακολουθήσουν τα προειδοποιητικά σημάδια που ο ίδιος μπορεί να χάσει.

 Κατά μέσο όρο, οι άνθρωποι με Διπολική Διαταραχή βλέπουν 3 με 4 γιατρούς και σπαταλούν πάνω από 8 χρόνια με μη αποτελεσματικές θεραπείες μέχρι να λάβουν τη σωστή διάγνωση. Η πρώιμη διάγνωση, η κατάλληλη θεραπεία και η εύρεση των σωστών φαρμάκων, μπορεί να βοηθήσουν τους ανθρώπους να αποφύγουν τα ακόλουθα:

Διαβάστε περισσότερα: Γιατί είναι σημαντικό να διαγνωσθεί και να θεραπευθεί

 Η Διπολική Διαταραχή μπορεί να μπερδευτεί με άλλες διαταραχές, συμπεριλαμβάνοντας τις αγχώδεις διαταραχές καθώς και τις ψυχωσικές διαταραχές, όπως για παράδειγμα τη σχιζοφρένεια και τη σχιζοειδή διαταραχή. Αυτό συμβαίνει επειδή το άγχος και ψυχωσικά συμπτώματα μπορεί επίσης να εμφανιστούν κάποιες φορές στη διπολική διαταραχή. Ακόμα, οι άνθρωποι με διπολική διαταραχή συχνά υποφέρουν και από άλλες ψυχιατρικές διαταραχές εκτός από τη διπολική ασθένεια. Οι πιο κοινές από αυτές είναι η κατάχρηση ουσιών, η ψυχαναγκαστική διαταραχή και η διαταραχή πανικού. Αν κάποιος έχει αμφιβολίες σχετικά με το αν η διάγνωσή του είναι σωστή, οφείλει να ζητήσει από το γιατρό του να του εξηγήσει πώς εκείνος ή εκείνη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για διπολική διαταραχή.